07 Μαρτίου 2014

Ρίτσος, Ρωμιοσύνη - Ανάλυση του ποιήματος

Γιάννης Ρίτσος
Ρωμιοσύνη
(Ενότητα I)
ΗΡΩΜΙΟΣΥΝΗ (γραμμένη το 1945-47 και τυπωμένη πρώτη φορά το 1954 μέσα στην ευρύτερη συλλογή Αγρύπνια που περιέχει το έργο του ποιητή από το 1941 ως το 1953) είναι μια μεγάλη ποιητική σύνθεση χωρισμένη σε επτά μέρη-ενότητες. Στη σύνθεση αυτή ο ποιητής, συνδέοντας με τρόπο προσωπικό διάφορα στοιχεία της ιστορικής παράδοσης και ποικίλους εκφραστικούς τρόπους, μας δίνει ανάγλυφη τη μορφή της Ελλάδας και των ανθρώπων της στον αδιάκοπο αγώνα τους για ελευθερία, δικαιοσύνη και ανθρωπιά.
Ι
            Αυτά τα δέντρα δε βολεύονται με λιγότερο ουρανό,
αυτές οι πέτρες δε βολεύονται κάτου απ' τα ξένα βήματα,
αυτά τα πρόσωπα δε βολεύονται παρά μόνο στον ήλιο,
αυτές οι καρδιές δε βολεύονται παρά μόνο στο δίκιο.
             
5          Ετούτο το τοπίο είναι σκληρό σαν τη σιωπή,
σφίγγει στον κόρφο του τα πυρωμένα του λιθάρια,
σφίγγει στο φως τις ορφανές ελιές του και τ' αμπέλια του,
σφίγγει τα δόντια. Δεν υπάρχει νερό. Μονάχα φως.
Ο δρόμος χάνεται στο φως κι ο ίσκιος της μάντρας είναι σίδερο.
             
10        Μαρμάρωσαν τα δέντρα, τα ποτάμια κι οι φωνές μες στον ασβέστη
                        του ήλιου.
            Η ρίζα σκοντάφτει στο μάρμαρο. Τα σκονισμένα σκοίνα.
Το μουλάρι κι ο βράχος. Λαχανιάζουν. Δεν υπάρχει νερό.
Όλοι διψάνε. Χρόνια τώρα. Όλοι μασάνε μια μπουκιά ουρανό
πάνου απ' την πίκρα τους.
Τα μάτια τους είναι κόκκινα απ' την αγρύπνια,
15        μια βαθιά χαρακιά σφηνωμένη ανάμεσα στα φρύδια τους
σαν ένα κυπαρίσσι ανάμεσα σε δυο βουνά το λιόγερμα.
             
            Το χέρι τους είναι κολλημένο στο ντουφέκι
το ντουφέκι είναι συνέχεια του χεριού τους
το χέρι τους είναι συνέχεια της ψυχής τους —
20        έχουν στα χείλια τους απάνου το θυμό
κι έχουνε τον καημό βαθιά βαθιά στα μάτια τους
σαν ένα αστέρι σε μια γούβα αλάτι.
             
            Όταν σφίγγουν το χέρι, ο ήλιος είναι βέβαιος για τον κόσμο
όταν χαμογελάνε, ένα μικρό χελιδόνι φεύγει μέσ' απ' τα άγρια
                        γένια τους
25        όταν κοιμούνται, δώδεκα άστρα πέφτουν απ' τις άδειες τσέπες τους
όταν σκοτώνονται, η ζωή τραβάει την ανηφόρα με σημαίες και με
                        ταμπούρλα.
            Τόσα χρόνια όλοι πεινάνε, όλοι διψάνε, όλοι σκοτώνονται
πολιορκημένοι από στεριά και θάλασσα,
έφαγε η κάψα τα χωράφια τους κι η αρμύρα πότισε τα σπίτια τους
30        ο αγέρας έριξε τις πόρτες τους και τις λίγες πασχαλιές της πλατείας
από τις τρύπες του πανωφοριού τους μπαινοβγαίνει ο θάνατος
η γλώσσα τους είναι στυφή σαν το κυπαρισσόμηλο
πέθαναν τα σκυλιά τους τυλιγμένα στον ίσκιο τους
η βροχή χτυπάει στα κόκαλά τους.
             
35        Πάνου στα καραούλια πετρωμένοι καπνίζουν τη σβουνιά και τη νύχτα
βιγλίζοντας το μανιασμένο πέλαγο όπου βούλιαξε
το σπασμένο κατάρτι του φεγγαριού.
             
            Το ψωμί σώθηκε, τα βόλια σώθηκαν,
γεμίζουν τώρα τα κανόνια τους μόνο με την καρδιά τους.
             
40        Τόσα χρόνια πολιορκημένοι από στεριά και θάλασσα
όλοι πεινάνε, όλοι σκοτώνονται και κανένας δεν πέθανε —
πάνου στα καραούλια λάμπουνε τα μάτια τους,
μια μεγάλη σημαία, μια μεγάλη φωτιά κατακόκκινη
και κάθε αυγή χιλιάδες περιστέρια φεύγουν απ' τα χέρια τους
45        για τις τέσσερις πόρτες του ορίζοντα.

στ. 1. δε βολεύονται: δεν ικανοποιούνται, δεν μπορούν να ζήσουν.
στ. 13.
 όλοι διψάνε: κυριολεκτικά και μεταφορικά.
στ. 22.
 σε μια γούβα αλάτι: η εικόνα από τα παραθαλάσσια βράχια, όπου με την εξάτμιση του νερού συγκεντρώνεται αλάτι στα κοιλώματα.
στ. 24.
 ένα μικρό χελιδόνι: το χελιδόνι ως προάγγελος ανοίξεως και χαράς.
στ. 25.
 όταν κοιμούνται... ο στίχος αναφέρεται στα όνειρά τους για μια νέα κοσμογονία.
στ. 35.
 καπνίζουν τη σβουνιά: οι στεγνές σβουνιές, σε πολλά μέρη της Ελλάδας όπου δεν υπάρχουν ξύλα, χρησιμοποιούνται ως καύσιμη ύλη. Ο ποιητής επεκτείνει εδώ τη χρήση τους, για να δηλώσει τη στέρηση.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
  1. Στο κείμενο υπάρχουν λέξεις, φράσεις και εικόνες που αναφέρονται α) στο ελληνικό φυσικό τοπίο και β) στους ανθρώπους. Να τις επισημάνετε και να βρείτε ποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του τοπίου και των ανθρώπων προβάλλουν.
  2. Να παρατηρήσετε πώς συνδέει ο ποιητής το φυσικό με το ανθρώπινο περιβάλλον. Ποια σχέση βρίσκετε;
  3. Να βρείτε λέξεις και φράσεις α) που φανερώνουν τον αδιάκοπο αγώνα των ανθρώπων β) που προσδιορίζουν τους στόχους του αγώνα.
  4. Να μελετήσετε τις παρακάτω εκφράσεις και να προσδιορίσετε το νόημά τους: Ο ίσκιος της μάντρας είναι σίδερο... Όταν σκοτώνονται, η ζωή τραβάει την ανηφόρα... Όλοι σκοτώνονται και κανένας δεν πέθανε...
  5. Να επισημάνετε χαρακτηριστικές εικόνες που απηχούν τον υπερρεαλιστικό τρόπο γραφής.







ΑΝΑΛΥΣΗ
*      Παρόλο που το ποίημα σε γενικές γραμμές εντάσσεται στη μοντέρνα ποίηση, κυρίως στη στιχουργική του, ωστόσο με τη θεματική του, την εικονοποιία του και την επιλογή συγκεκριμένων λέξεων (ντουφέκι, καραούλια, βιγλίζοντας, βόλια) δημιουργεί μια ατμόσφαιρα κοντινή με εκείνη των κλέφτικων τραγουδιών.
*      Ο τόνος του ποιήματος, με τις επαναλήψεις στους διαδοχικούς στίχους και με τον ίδιο ρυθμό στις ενότητες, θυμίζει τραγούδι, εμβατήριο.
*      Ο αγώνας στο ποίημα παρουσιάζεται ως αντίστοιχος με τον αγώνα του 1821. Η τέχνη εδώ λοιπόν εμφανίζεται στρατευμένη, με στόχους των οποίων το περιεχόμενο είναι υψηλό και υπηρετεί μια ιδεολογία – όχι απαραίτητα πολιτική.
*      Ο τίτλος του ποιήματος «Ρωμιοσύνη» ηχεί πιο λαϊκά, καθώς περιλαμβάνει την κληρονομιά των λαϊκών ανθρώπων και των αγώνων τους, ενώ ο όρος «Ελληνισμός» παραπέμπει περισσότερό στην επίσημη, κρατική ιδεολογία της αρχαιοελληνικής συνέχειας
*      Εικόνα ξερού άνυδρου, αλλά παράλληλα φωτεινού τοπίου και η συμπεριφορά των ανθρώπων μέσα σε αυτό. Από το επίπεδο των φυσικών εικόνων γίνεται η μετάβαση στο επίπεδο των συναισθημάτων, π.χ. στους στίχους 10-13
*      Ο ποιητής χρησιμοποιεί την υπερρεαλιστική ελευθερία για να διαμορφώσει τις εικόνες του. Κάποιες από αυτές μάλιστα λειτουργούν ως σύμβολα
*      Σε ορισμένα σημεία το ποίημα εκφράζει αισιοδοξία και ελπίδα. Υπάρχει σαφής σύνδεση με τις απόψεις και της εποχής και του ποιητή για επανάσταση (στ.44-46)
*      Οι άνθρωποι στο ανθολογημένο απόσπασμα αγωνίζονται έναν αγώνα δίχως αντίπαλο (συγκεκριμένο)∙ αυτό που ενδιαφέρει είναι η ψυχική κατάσταση του αγωνιστή και όχι μια περιγραφή των μαχών. Ο ποιητής δε γράφει ιστορία, δεν καταθέτει μαρτυρία, αλλά καλεί σε κοινό αγώνα.

Α’ Ενότητα (στ. 1-4) : Συσχετισμός του ελληνικού τοπίου με τους ανθρώπους
Β’ Ενότητα (στ. 5-16) : Ελληνικό φυσικό τοπίο
Γ’ Ενότητα (στ. 17-45): Ψυχοπνευματικά χαρίσματα των Ελλήνων

 Γιατί ο τίτλος είναι «Ρωμιοσύνη» και όχι «Ελληνισμός»;
Ο ποιητής επιλέγει να εκφράσει όχι μόνο τη δική του άποψη, αλλά το κοινό αίσθημα. Η λέξη «Ρωμιοσύνη» είναι συνδεδεμένη με το ελεύθερο εθνικό φρόνημα, με την περηφάνια και την αγωνιστικότητα που χαρακτηρίζουν τον Έλληνα. Αυτό είναι ουσιαστικά και το θέμα του ποιήματος. Έτσι, επιλέγει να εκφραστεί όπως κάθε λαϊκός Έλληνας, να αποτυπώσει τη συλλογική στάση και το συλλογικό συναίσθημα. Δεν επιθυμεί να ταυτιστεί με τους μορφωμένους που στόχο έχουν να αισθάνονται συνδεδεμένοι με το αρχαιοελληνικό παρελθόν και ιδεώδες, αλλά με το λαό, τους «ρωμιούς», στην ψυχή των οποίων είναι ζωντανή και η λαϊκή και η βυζαντινή παράδοση. Γίνεται, λοιπόν, αντιληπτή και η ιδεολογική τοποθέτηση του ποιητή.

Με ποιο τρόπο ο ποιητής συνδέει στους 4 πρώτους στίχους το τοπίο με τους ανθρώπους;
Στους δύο πρώτους στίχους «δέντρα» και «πέτρες» παραπέμπουν στο φυσικό τοπίο ενώ τα «πρόσωπα» και οι «καρδιές» αφορούν τους ανθρώπους. Στοιχείο που συνδέει άρρηκτα τόπο και πρόσωπα είναι η πεποίθηση ότι και τα δύο δεν μπορούν να ζήσουν ανελεύθερα: οι άνθρωποι και η φύση προσωποποιημένη, όπως παρουσιάζεται, «δεν βολεύονται» με κάτι λιγότερο από την ελευθερία και την ανεξαρτησία τους.
Επαναλήψεις: δεικτική αντωνυμία και το ρήμα «δεν βολεύονται»
Από τη μια με τις επαναλήψεις δίνει έμφαση στο περιεχόμενο, από την άλλη δίνει μουσικότητα στο στίχο. Επίσης το ότι η αντωνυμία είναι η δεικτική προσδίδει ζωντάνια και παραστατικότητα στο ποίημα, αφού μπορούμε να φανταστούμε τον ποιητή να στέκεται μπροστά σε αυτό το τοπίο και να δείχνει με τη σειρά κάθε στοιχείο που αναφέρει. Με το ρήμα «δεν βολεύονται» ο λόγος γίνεται πιο παραστατικός, πιο ζωντανός.
Οι αντωνυμίες και τα ρήματα αναφέρονται στο σύνολο του ελληνισμού.
 Στίχοι 5-16
Σε αυτούς τους στίχους το τοπίο είναι ακίνητο στην πιο ζεστή στιγμή του χρόνου. Τα πάντα γύρω του σε αυτή τη ζεστή, πολύ χαρακτηριστική για τα ελληνικά καλοκαίρια, φαντάζουν σχεδόν ακίνητα. Ο ήλιος κυριαρχεί και κάνει το τοπίο σκληρό. Εξάλλου, ο ίδιος ο ποιητής το παρουσιάζει «σκληρό σαν τη σιωπή».
«σκληρό σαν τη σιωπή».
Η σιωπή όμως τι συμβολίζει; Ίσως την αποφασιστικότητα των Ελλήνων, που τους βοηθά να έχουν αλύγιστο, άκαμπτο φρόνημα. Ίσως τη σιωπή πριν από ένα δυναμικό ξέσπασμα, μια επανάσταση, έναν μεγάλο αγώνα. Ίσως την πικρία που γεύεται η ψυχή εξαιτίας της απουσίας ενός αγαπημένου προσώπου ή εξαιτίας της απώλειας ενός ονείρου.
Χαρακτηριστικά του τοπίου το κάνουν "σκληρό σαν τη σιωπή"
Το έδαφος είναι πετρώδες (πυρωμένα λιθάρια), κάνει δύσκολη τη ζωή για τους Έλληνες, αφού δεν είναι καλλιεργήσιμο ούτε εύφορο. Τα προϊόντα της χώρας μας, του ηπειρωτικού κορμού κυρίως, οι ελιές και τα αμπέλια,  είναι «ορφανές» είτε γιατί οι ιδιοκτήτες τους απουσιάζουν αγωνιζόμενοι ή φυλακισμένοι (όπως υπονοείται στο στίχο 9: ο ίσκιος της μάντρας είναι σίδερο) είτε γιατί είναι από τα λίγα προϊόντα που καλλιεργούνται με επιτυχία στην Ελλάδα. Το νερό απουσιάζει παντελώς. Γι’ αυτό το τοπίο είναι άνυδρο, έχοντας παράλληλα τον ήλιο να το κατακαίει. Είναι σκληρό το τοπίο, όπως είναι σκληρή και η ζωή τους, αφού πρέπει να μάθουν  να ζουν με όλα αυτά.
Φως – ίσκιος: το φως συνεπάγεται θερμότητα, μια θερμότητα που καίει τα πάντα, που αλλοιώνει την αίσθηση του χώρου, αλλά δυσχεραίνει και τις συνθήκες ζωής για καθετί ζωντανό, ενώ το σκοτάδι, ο ίσκιος, ειδικότερα ο ίσκιος της φυλακής που υπονοείται, σημαίνει οδύνη και δυσκολίες. Μέσα από μία αντίθεση δίνεται μια εφιαλτική, ανυπόφορη πλευρά της ζωής των Ρωμιών.
Επαναλήψεις: σφίγγει στον κόρφο τα λιθάρια/ σφίγγει στο φως τις ελιές: προστατευτική διάθεση δηλώνεται εδώ, αφού όλα πρέπει να προφυλαχθούν από την ξηρασία. Η τρίτη φορά που αναφέρεται το ρήμα σφίγγει, παραπέμπει σε εντελώς διαφορετικό συναίσθημα από αυτό της προστατευτικότητας∙ δίνει την εντύπωση ότι κάποιοι αντιστέκονται, ότι κάποιους (τους Έλληνες εν προκειμένω) τους διακατέχει οργή, ότι ανέχονται αυτές τις συνθήκες γιατί πρέπει να επιβιώσουν σε αυτό το σκληρό περιβάλλον.
ο ίσκιος της μάντρας είναι σίδερο:  μοιάζει να έχει υλική υπόσταση ο ίσκιος∙ και οι άνθρωποι που είναι μαθημένοι σε αυτό το εκτυφλωτικό φως αισθάνονται την έλλειψή του ως σίδερο. Πρόκειται για υπερρεαλιστική εικόνα.

Στους στίχους 10-11 το αρχαιοελληνικό παρελθόν συνδέεται με το παρόν. Η επανάληψη της έννοιας του μαρμάρου συναιρεί το παρόν με το παρελθόν. Έτσι τονίζεται και το χρέος που αισθάνεται ο Έλληνας να διαφυλάξει την ταυτότητά του.
Μάρμαρο: 1. ακινησία 2. αφθονία μαρμάρου στην ελληνική γη (όταν το έγραψε ήταν ακόμη άφθονο) 3. μνημεία και αγάλματα του ελλαδικού χώρου
Ρίζα: η ρίζα που σκοντάφτει στο μάρμαρο είναι το σύμβολο της μεγάλης πολιτιστικής παράδοσης των Ελλήνων, που ακόμη και μέσα από την ακινησία (η αποτύπωσή της στο μάρμαρο, αλλά και η ακινησία του τοπίου, όπως εδώ αποδίδεται), δεν την αλλοιώνουν, δεν την εκμηδενίζουν∙ είναι πάντα παρούσα.
Συνεχίζεται κι εδώ η ακινησία, η  επίδραση του ήλιου και της έλλειψης νερού.
Η επίδραση της άνυδρης γης και ζωής των Ελλήνων είναι εμφανής σε κάθε στοιχείο της φύσης: λαχανιάζουν τα φυτά, τα ζώα, το έδαφος.
Δίψα: ξεκινά από τα φυσικά στοιχεία και περνά στον άνθρωπο. Εκεί η σημασία της είναι διττή∙ είναι η δίψα λόγω της έλλειψης νερού, είναι όμως και η δίψα για ελευθερία, δικαιοσύνη. Το «χρόνια τώρα» κάνει πιο έντονη την αίσθηση της στέρησης με λιτότητα στα εκφραστικά μέσα. Επίσης όμως παραπέμπει στη μακραίωνη σκλαβιά υπό τον τουρκικό ζυγό. Ανέκαθεν όμως οι Έλληνες
Όλοι μασάνε μια μπουκιά ουρανό/ πάνου απ’ την πίκρα τους : υπερρεαλιστική εικόνα που καταδεικνύει ότι η ελπίδα για απόκτηση της ελευθερίας και της ανεξαρτησίας, η πίστη στα υψηλά ιδανικά είναι αυτή που τρέφει και συντηρεί το λαό σε κάθε δύσκολη στιγμή -  και δεν ήταν λίγες οι δύσκολες στιγμές!
Αγρύπνια: είναι και ο τίτλος της συλλογής
Τους χαρακτηρίζει γιατί η επαγρύπνηση είναι αναγκαία όταν  πρέπει ως λαός να είμαστε πάντα σε ετοιμότητα να αντιμετωπίζει τους εχθρούς, που ήταν τόσοι πολλοί στο πέρασμα των αιώνων. Άγρυπνοι ήταν οι ακρίτες του Βυζαντίου, άγρυπνοι ήταν οι Έλληνες επί τουρκοκρατίας,  άγρυπνοι ήταν οι «ελεύθεροι πολιορκημένοι», άγρυπνοι ήταν και οι αντάρτες του Β΄ παγκοσμίου πολέμου. Ένα χαρακτηριστικό αναλλοίωτο στους Έλληνες στο διηνεκές του χρόνου.
μια βαθιά χαρακιά σφηνωμένη ανάμεσα στα φρύδια τους/ σαν ένα κυπαρίσσι ανάμεσα σε δυο βουνά στο λιόγερμα :
υπερρεαλιστική και αυτή η εικόνα (και παρομοίωση), που συνδέει και πάλι τα στοιχεία της φύσης με τους ανθρώπους. Η αγωνία και η έγνοια για τη διαφύλαξη της ελευθερίας ή την κατάκτησή της είναι που φέρνει την αγρύπνια.
 Στίχοι 17-45
17-22
Με τις επαναλήψεις εδώ (είναι, χέρι, ντουφέκι, συνέχεια) συνεχίζεται το μοτίβο της αγρύπνιας, το οποίο καταδεικνύει και την ψυχική δύναμη του ελληνικού λαού.
Το ντουφέκι, το οποίο δε λείπει ποτέ από το χέρι τους, είναι απαραίτητο αιώνες τώρα τόσο, που έχει γίνει προέκταση του χεριού τους, του εαυτού τους. Και το κάνουν όχι απλά γιατί είναι πρακτικά αναγκαίο, αλλά γιατί συνιστά ηθική επιταγή, ψυχική ανάγκη να υπερασπίζονται τα πάτρια.
Ο θυμός και ο καημός πλημμυρίζουν την ψυχή τους και συνδέονται σε μια υπερρεαλιστική εικόνα – παρομοίωση, που δένει τους πολεμιστές με τη θάλασσα, στοιχείο χαρακτηριστικό της ελληνικής φύσης. Η δυσφορία για τον ξένο δυνάστη σημαδεύει τόσο έντονα τα πρόσωπά τους. Και το αλάτι των δακρύων τους είναι αυτό που μας δείχνει ότι τα δάκρυά τους στέγνωσαν και έχει μείνει βαθιά ριζωμένη η ελπίδα (αστέρι) της αποτίναξης του ζυγού.
Στίχοι 23-26
Χαρακτηριστικά των Ελλήνων
Όταν δίνουν το λόγο τους σε κάποιον είναι βέβαιο ότι θα τον τηρήσουν, κάτω από το φως του ήλιου της δικαιοσύνης. (23) Το σφίξιμο του χεριού είναι επίσης και έκφραση εγκαρδιότητας.
Όταν χαμογελούν, δίνουν ελπίδα (χελιδόνι). Και είναι ακόμη πιο ενθαρρυντικό ότι η ελπίδα αυτή πηγάζει από το χαμόγελο αγωνιστών και ανθρώπων που επιβιώνουν σε αντίξοες γι’ αυτούς συνθήκες (άγρια γένια). (24)
Όταν κοιμούνται, κάνουν όνειρα για μια καλύτερη ζωή, για βελτίωση των οικονομικών συνθηκών, αφού η χώρα γνωρίζει την εξαθλίωση σε αυτό τον τομέα. Τα αστέρια είναι 12, γιατί είναι μαγικός αριθμός για τη λογοτεχνία αλλά και για τη θρησκεία.(25)
Όταν σκοτώνονται, τίποτε δεν τελειώνει∙ αντιθέτως, η ζωή συνεχίζεται με ακόμη πιο αποφασιστικό αγώνα για τη διεκδίκηση της ελευθερίας. Δεν θέλουν καμιά θυσία να πάει χαμένη, γι’ αυτό και δε θρηνούν, αλλά τιμούν το θάνατο των αδελφών τους με αγώνες (26)
Στίχοι 27-34
Στο πέρασμα των αιώνων η πείνα, η δίψα βασανίζουν τους Έλληνες, χωρίς να τους στερούν το αγωνιστικό τους φρόνημα. Παλεύουν συνέχεια για να αντιμετωπίσουν κάθε εχθρό. Πολιορκούνται και από τους εχθρούς και από τη φύση. Εξαιτίας του πολέμου, κάθε πολέμου, βιώνουν το αίσθημα της πείνας, της δίψας, της απώλειας. Στεριά και θάλασσα συμμετέχουν σε αυτό το δράμα, αφού πέρα από τις ανάγκες που μένουν ακάλυπτες, υπάρχουν και οι υλικές καταστροφές και απώλειες.
Πασχαλιές: σύμβολο της Ανάστασης, της ελπίδας για λύτρωση.
Το τοπίο, όπως παρουσιάζεται εδώ,  δεν παραπέμπει σε έναν τόπο ευτυχίας και ευημερίας, γιατί είναι συνδεδεμένο με όλες τις δυσκολίες, τα προβλήματα των Ελλήνων, με την τραγική τους μοίρα, που θέλει την άνυδρη ύπαιθρο να μην καρποφορεί, την αρμύρα να κυριαρχεί στα νησιά, όπου δεν υπάρχουν υποδομές για να στηριχτεί σε αυτές η οικονομία, να γκρεμίζεται κάθε ελπίδα για ανάσταση και ανάπτυξη. Με την υπερρεαλιστική εικόνα του θανάτου που μπαινοβγαίνει από τις τρύπες του πανωφοριού τους δίνεται το μέγεθος της εξαθλίωσης και της θυσίας των κατοίκων αυτής της χώρας, που έγινε βωμός στα συμφέροντα των Μεγάλων Δυνάμεων. Με την παρομοίωση της γλώσσας τους που έγινε στυφή σαν το κυπαρισσόμηλο,  αισθητοποιείται η πικρία που νιώθει ο λαός από αυτή την αντιμετώπιση, την εκμετάλλευση που δέχτηκε. Μέχρι και τα ζώα βιώνουν τις συνέπειες όλων αυτών των καταστάσεων. Τα σκυλιά, που είναι οι πιστοί σύντροφοι των ανθρώπων, υπομένουν καρτερικά κι αυτά μαζί με τα αφεντικά τους αυτή την άθλια μοίρα. Και βρήκαν κι αυτά το θάνατο, ο οποίος δίνεται με μια μακάβρια εικόνα (η βροχή χτυπάει στα κόκαλά τους)∙ ακόμη και μετά το θάνατο δεν υπάρχει ανάπαυση.
Στίχοι 35-39
Δύο υπερρεαλιστικές εικόνες χρησιμοποιούνται εδώ για να συνδέσει τους αντάρτες με τους ακρίτες, αλλά και με τους «Ελεύθερους Πολιορκημένους».
Η 1η θέλει τους αγωνιστές να υπομένουν το κρύο και τις κακουχίες με περισσή υπομονή και να προσπαθούν ακόμη κι όταν όλα είναι εναντίον τους να αντισταθούν, να αντέξουν και να μην παραδοθούν. Το φεγγάρι δεν αντικατοπτρίζεται στη θάλασσα (το κατάρτι είναι η γραμμή που αφήνει το καθρέφτισμα του φεγγαριού στη γαλήνια επιφάνεια της θάλασσας), η οποία είναι πολύ ταραγμένη, μα οι ίδιοι προσπαθούν να το ανασύρουν στην επιφάνεια.(στ.35-37).
Στη 2η το μήνυμα είναι ανάλογο: Δεν πτοούνται από την έλλειψη πυρομαχικών και τροφίμων∙ πολεμούν με την καρδιά τους, δεν παραδίδονται, ακόμη κι αν χρειαστεί να κάνουν την υπέρτατη θυσία. Ο αγώνας τους παραμένει ζωντανός, ακόμη κι όταν τα πάντα γύρω έχουν εξαντληθεί.

Στίχοι 40-45
«Τόσα χρόνια πολιορκημένοι από στεριά και θάλασσα/ όλοι πεινάνε, όλοι σκοτώνονται και κανένας δεν πέθανε –» Με ένα οξύμωρο επαναλαμβάνονται οι στίχοι 27-28, αφού όλοι αγωνιστές σκοτώνονται, αλλά κανένας από αυτούς δεν πεθαίνει. Πώς γίνεται αυτό; Καμία θυσία δεν πηγαίνει χαμένη, αφού γίνεται πρότυπο ήθους και στάσης ζωής γενικότερα για όσους απέμειναν πίσω και για τις επερχόμενες γενιές.
πάνου στα καραούλια λάμπουνε τα μάτια τους: Στα μάτια τους λάμπει η ελπίδα, η αποφασιστικότητα, η γενναιότητα. Παρά τις αντιξοότητες, ο αγώνας είναι ζωντανός και κανείς δε θα παραδοθεί σε αυτή την άθλια μοίρα, αλλά θα συνεχίσουν την προσπάθεια για δικαίωση του αγώνα τους.
μια μεγάλη σημαία, μια μεγάλη φωτιά κατακόκκινη: Τα ιδανικά, οι αξίες, δεν πεθαίνουν ποτέ, αλλά καιν τα σωθικά τους με μια φωτιά που δεν καταλαγιάζει, αλλά αντιθέτως έχει δύναμη, σαν την κατακόκκινη φλόγα της φωτιάς, ορμή και πάθος. Και αυτά τα ιδανικά, αυτή η σημαία, δεν είναι μόνο δικά τους, αλλά αποκτούν πανανθρώπινη αξία σε συνδυασμό με τους τελευταίους στίχους του ποιήματος.

και κάθε αυγή χιλιάδες περιστέρια φεύγουν απ’ τα χέρια τους/ για τις τέσσερις πόρτες του ορίζοντα : Κάθε αυγή, κάθε νέα μέρα οι νεκροί αγωνιστές στέλνουν μηνύματα ειρήνης σε κάθε σημείο του ορίζοντα. Η ελπίδα για την επίτευξη ενός τέτοιου σκοπού αισθητοποιείται με τα περιστέρια, τα χιλιάδες περιστέρια, που φεύγουν απ’ τα χέρια τους.

4 σχόλια: